περίναιον

περίναιον
περινάιος
round the temple
masc/fem acc sg
περινάιος
round the temple
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • περιναῖον — περί ναίω 1 dwell pres part act masc voc sg περί ναίω 1 dwell pres part act neut nom/voc/acc sg περί ναίω 2 dwell pres part act masc voc sg (epic) περί ναίω 2 dwell pres part act neut nom/voc/acc sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περίνεο(ν) — το, ΝΜΑ, και περίναιον, τὸ, περίνεος και περίναιος, ὁ, Α η περιοχή που αποτελεί τη βάση τής ελάσσονος πυέλου, δηλαδή τής μικρής λεκάνης, στο επίπεδο τής οποίας βρίσκονται τα έξω γεννητικά όργανα και ο πρωκτός («μηροῡ δὲ καὶ γλουτοῡ τὸ ἐντός,… …   Dictionary of Greek

  • περίνα — Α (κατά τον Ησύχ.) «περίναιον, τὸ αἰδοῑον». [ΕΤΥΜΟΛ. < περίνεος / περίνεον πιθ. κατ επίδραση τού πηρίς, ίνα (< πήρα*)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”